Celebrity News
Νίκος Αποστολόπουλος: «Καταστράφηκα ολοκληρωτικά εξαιτίας ενός συνεργάτη που εξαφανίστηκε»
O Νίκος Αποστολόπουλος έδωσε συνέντευξη στο περιοδικό «People» και μεταξύ άλλων μίλησε για την επιτυχία που γνώρισε στον χώρο της μόδας αλλά και την οικονομική του καταστροφή.
Φέτος, ο Νίκος Αποστολόπουλος, συμπληρώνει τριάντα χρόνια στο χώρο της δημιουργίας, με πελάτες τους διασημότερους του πλανήτη (ανάμεσά τους οι Elton John, Alain Delon, Tom Cruise, George Michael κ.ά.), εκτενείς αναφορές στο διεθνή Τύπο (οι Guardians συμπεριέλαβαν τα εσώρουχά του στα σημαντικότερα γεγονότα του 20ούαιώνα) και παρουσιάσεις ανά τον κόσμο. Ρούχα, αντικείμενα, αρώματα (σαν αυτά που κυκλοφόρησαν την προηγούμενη εβδομάδα), ένα κράμα πολυτάλαντου συνδυασμού που φέρει την υπογραφή του. Και όλα ξεκίνησαν στον τόπο όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε, την Πάτρα.
«Σχεδίαζα χωρίς συγκεκριμένο λόγο και τα έδινα για να μου τα ράψει η μοδίστρα που είχαμε στο σπίτι» λέει στο People. Το πρώτο που έφτιαξε ήταν ένα καρό ρούχο. «Το θυμάμαι σαν να ήταν τώρα. Είχε λοξό φερμουάρ κι έναν κρίκο… να, εδώ. Αλλά δεν είχα ποτέ στο μυαλό μου να γίνω σχεδιαστής. Αρχικά σκεφτόμουν να γίνω γιατρός, μετά εισαγγελέας, κατόπιν πιλότος. Κι ύστερα, όταν πέρασα στη Νομική, θέλησα να γίνω διπλωματικός ακόλουθος, πρέσβης» λέει.
Στα χρόνια του Πανεπιστημίου, για να πραγματοποιήσει το όνειρό του, σκεφτόταν να σπουδάσει και να μείνει στη Γαλλία. Θυμάται μάλιστα πως, όντας αναμεμειγμένος με τα κινήματα της Αριστεράς, ρωτούσε τους ομοϊδεάτες συμφοιτητές του: «Αν, για να επιβιώσω στο Παρίσι, χρειαστεί να πάω με πλούσιες ηλικιωμένες, θα το επιτρέψει το κόμμα;». Και του απαντούσαν γελώντας: «Ναι, ναι. Μπορείς να πας… θα σ’ το επιτρέψει». Όμορφα, ανέμελα χρόνια, που ωστόσο δεν τον έκαναν να νιώθει στενό το «κοστούμι» της επαγγελματικής διαδρομής που είχε επιλέξει. Ή τουλάχιστον όχι τόσο, όσο εκείνο για το οποίο τον προόριζε ο πατέρας του. «Ως αριστούχος στη Νομική, μου είχε ήδη προταθεί να προσληφθώ ως διευθυντικό στέλεχος σε τράπεζα. Το να κάνω διδακτορικό έμοιαζε ότι θα παραμείνει όνειρο, μέχρι που ένα βράδυ, εντελώς ξαφνικά, σε μια συζήτηση πάνω από το τραπέζι είπε ο πατέρας μου: “Τώρα που θα φύγει ο Νίκος στο εξωτερικό…”. Αυτό ήταν». Κι έφυγε. Τα δύο διδακτορικά που απέκτησε (στο Ευρωπαϊκό Δίκαιο και στις Πολιτικές Επιστήμες) τον οδήγησαν στα γραφεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Παρίσι, ενώ του πρότειναν από το υπουργείο Εμπορίου της Γαλλίας να αναλάβει τη διεύθυνση στο Εμπορικό Επιμελητήριο. Από ένα χαμόγελο της μοίρας, όμως, γνωρίστηκε με τη διευθύντρια του Thierry Mugler και η επιθυμία του πήρε άλλο σχήμα. Και χρώμα. Άρχισε να παρακολουθεί επιδείξεις, μπροστά και πίσω από τις πασαρέλες, και να θέλγεται από το χώρο της μόδας και τη ζωντάνια του. Κι όταν, στη συνέχεια, του προτάθηκε να αναλάβει τη γενική διεύθυνση ενός ιταλικού οίκου μόδας που επρόκειτο να δημιουργήσει γραφεία στην «πόλη του φωτός», τη δέχτηκε όπως κάθε νέος, τολμηρός και πολυσχιδής Δίδυμος: χωρίς να υπολογίζει στην επόμενη μέρα. «Τίποτα δεν έγινε προσχεδιασμένα. Όλα συνέβησαν ξαφνικά» λέει για τις προκλήσεις της ζωής του.
Πότε αποφάσισε να βάλει στο κάδρο τα πτυχία του και να γίνει σχεδιαστής; «Δεν το αποφάσισα. Και αυτό έγινε ξαφνικά. Το 1985, θέλησα να ανοίξω δικά μου μαγαζιά στο Παρίσι. Μετά κατέληξα στο τι ήθελα να έχουν αυτά τα μαγαζιά: ιδιαίτερα εσώρουχα, περίεργες γραβάτες, κάλτσες σε ωραία χρώματα. Έπειτα τα σχεδίασα όλα αυτά και έψαξα να βρω ποιος θα μου έκανε την παραγωγή. Έτσι έγιναν όλα». Σαν να τον ώθησε, προς την επιτυχία, ένα μαγικό χέρι.
Σύντομα απέκτησε πελατεία από όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης. Οι γραμμές –κυρίως των εσωρούχων του– θεωρήθηκαν πρωτοποριακές και λατρεύτηκαν από τους κριτικούς μόδας και το κοινό. Το αντρικό σώμα απενοχοποιήθηκε και απέκτησε «δύναμη», σε μια εποχή που το Aids το ήθελε στο περιθώριο και στο σκοτάδι. «Ήταν κάτι σαν μια νίκη απέναντι στον ευνουχισμό που επιχειρούσε η καινούρια, τότε, αρρώστια» λέει ο σχεδιαστής στο People και θυμάται τους γρήγορους ρυθμούς με τους οποίους απέκτησε μαγαζιά στο Μιλάνο, στο Λονδίνο, στη Νέα Υόρκη και αλλού, ενώ ο ίδιος ταξίδευε παντού. Ήταν μάλιστα μια εποχή που δεν ακουμπούσε καν τα χαρτονομίσματα και, απλώς, απολάμβανε την πολυτέλεια που του έδιναν. «Θεωρούσα κακό να τα αγγίζω. Τις όποιες δοσοληψίες μου τις έκαναν συνεργάτες ή φίλοι μου» δηλώνει. Η πενταετία, μέχρι το 1990, ήταν απολύτως γεμάτη συνεργασίες με διάσημα μοντέλα και φωτογράφους, αποδοχή και κέρδη. Μέχρι που, μια μέρα, στη διάρκεια ενός ταξιδιού του στη Ζιρίχη, θα άρχιζε ο εφιάλτης του μετά από ένα τηλεφώνημά του στη γραμματέα του: «Καλημέρα σας, κύριε Νίκο. Μας έκλεισαν όλα τα γραφεία». Τι είχε συμβεί; «Δεν μπορούσα να καταλάβω. Από την αναστάτωσή μου, δεν θυμάμαι καν τι μου απάντησε. Στη συνέχεια έμαθα ότι συνεταίρος μου δεν πλήρωνε τις τράπεζες κι επειδή είχε δέκα εργοστάσια στην Ιταλία κήρυξε πτώχευση. Εκείνος εξαφανίστηκε και οι δικοί μου λογαριασμοί δεσμεύτηκαν. Είχα εντελώς καταστραφεί!». Τίποτα δεν υπήρχε πια, παρά μόνο ερωτηματικά. «Το πλήγμα ήταν μεγάλο, κυρίως για την περηφάνια μου. Τι είχα κάνει λάθος; Δεν μπορούσα να βρω την απάντηση. Πήγα σε γιατρό ζητώντας βοήθεια. Εκείνος μου είπε ότι το μυαλό μου τα αντιμετωπίζει όλα με παιδική αθωότητα κι αυτό είναι επικίνδυνο, γιατί έξω από το δικό μου κόσμο η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική. Όμως εγώ ακόμα και την πονηράδα την αισθάνομαι σαν μέρος ενός παιχνιδιού. Δεν μ’ αρέσει να κάνω δεύτερες σκέψεις, να κυριαρχούνται οι σκέψεις μου από κάτι, θέλω να είμαι ελεύθερος και να γελάω».
Τα δύσκολα χρόνια τα πέρασε στο Παρίσι. «Δεν ήταν εύκολη η επάνοδος. Αναρωτιόμουν συχνά “γιατί μου συνέβη αυτό;”, όπως αναρωτιόμαστε όταν τελειώνει ένας έρωτας, ενώ μέχρι τότε όλα έδειχναν ότι πήγαιναν εξαιρετικά καλά. Και τότε λέμε “Μα, γιατί χωρίσαμε λοιπόν;”. Κάποτε η Ειρήνη Παππά μού είπε “Νίκο, δεν έγινε καταστροφή. Εσύ την προκάλεσες. Δεν σε βόλευε ότι όλα ήταν τέλεια. Εσύ το ανέτρεψες μέσα σου, δεν το ήθελες. Γιατί δεν σου αρέσει τα πράγματα να είναι τοποθετημένα. Θέλεις την ανατροπή…”. Ίσως να είναι έτσι κι αυτή να είναι η δική μου ισορροπία».
Του πήρε καιρό για να ξαναγεννηθεί απ τις στάχτες του. Αλλά επέμεινε. Και στο τέλος κατάφερε να ορθοποδήσει και να κατακτήσει ξανά το χώρο της μόδας, με καινούριες δημιουργίες. Το όνομά του έγινε ισχυρό brand name όσο ποτέ. Τον συνέταιρό του δεν τον ξαναείδε ποτέ, παρά τυχαία μία φορά. Κι ίσως αυτός είναι ο μόνος που έκλεισε ερμητικά την «πόρτα» του για το υπόλοιπο της ζωής του.
Δες ΕΔΩ Απίστευτη μεταμόρφωση: Δεν θα πιστέψεις ποια συνεργάτιδα της Ελένης Μενεγάκη είναι η κοπέλα της φωτογραφίας