Celebrity News

Μαρία Πρωτόπαππα: “Χωρίς χάδι ο άνθρωπος δεν βρίσκει ησυχία στην υπαρξιακή του αγωνία, ούτε καταφύγιο”

Η Μαρία Πρωτόπαππα δεν είναι μία ακόμα ηθοποιός. Είναι Η ηθοποιός. Γιατί ακόμα και σε κάθε σιωπή της -ναι, από αυτές που κάνουν τον πιο εκκωφαντικό θόρυβο και εγκυμονούν πολλές πιθανότητες- μας προκαλεί μια σειρά από βαθιά συναισθήματα.

Λες και αντί για δέρμα έχουμε πλαστικά περιτυλίγματα με φυσαλίδες που μας τις σπάει με ακρίβεια χειρουργού -δεν είναι τυχαίο που μικρή ήθελε να γίνει γιατρός- μία μία μέχρι να φτάσει στο εσωτερικό μας και να μας βρει στην καρδιά.

Αυτό συμβαίνει κάθε βράδυ στο “Σασμό” στον Alpha, στο ραντεβού με την πολυαγαπημένη “εθνική “Μαρίνα και αμέσως μετά στα social media για το review του επεισοδίου, συνοδευόμενο με επίθετα στον υπερθετικό βαθμό, στις θεατρικές παραστάσεις της -σε πολλές μάλιστα υπογράφει και τη σκηνοθεσία- και στη μεγάλη οθόνη.

Αφορμή για αυτή την κουβέντα μας, η καλύτερη. Ο ρόλος της στην καινούργια ταινία “Φόνισσα” που βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη -έχει χαρακτηριστεί και ως “κοινωνικό”- ένα από τα κορυφαία της νεοελληνικής λογοτεχνίας.

Συγκεκριμένα σε ένα δυστοπικό νησί της χώρας μας γύρω στο 1900, η Χαδούλα, χήρα Ιωάννου Φράγκου έχει μάθει να επιβιώνει στην ανδροκρατούμενη, πατριαρχική κοινωνία υπηρετώντας αυτό που της πέρασε η μητέρα της –μια σκυτάλη δύσκολη, που διαιωνίζει την υποτίμηση και την κατώτερη μοίρα της γυναίκας. Η ίδια επαναστατεί μέσα της και κατόπιν προς τα έξω. Τα μικρά κορίτσια γίνονται θύματα του ξεσπάσματός της. Τους αφαιρεί τη ζωή, νιώθωντας ότι τα απαλλάσσει από το κοινωνικό φορτίο που η ύπαρξή τους επιφέρει. Οι πράξεις της κάποια στιγμή αυτονομούνται και τη φέρνουν αντιμέτωπη με τον νόμο. Εγκαταλείπει το σπίτι της και βρίσκει καταφύγιο στη φύση. Όμως, όσο και αν η ηθική της τής υπαγορεύει ότι έπραξε σωστά, στην πραγματικότητα το χρόνιο τραύμα της την ακολουθεί παντού. Το τέλος έρχεται σαν λύτρωση.

Δείτε το αριστουργηματικό τρέιλερ για να μπείτε στο κλίμα:

Κι αφού πήρατε μια πρώτη ιδέα για όλα όσα θα παρακολουθήσετε να σας ενημερώσω πως η Μαρία Πρωτόπαππα υποδύεται την Δελχαρώ, μια δεσπόζουσα μητριαρχική μορφή, που κληροδοτεί στην κόρη της, Χαδούλα (Φόνισσα) το διαγενεαλογικό τραύμα που κι εκείνη κληρονόμησε κάποτε.

Μαρία, σύστησέ μας την ηρωίδα σου. “Το όνομα της μάνας, Δελχαρώ, περιέχει την “χαρά” για το μαύρο, για τον θάνατο. Βέβαια, δεν ήταν μια δαιμονική γυναίκα, το όνομα χρησιμοποιείται κατ’ ευφημισμόν, διότι αυτή αναγκάστηκε να κάνει παρέα με τον κατά παραγγελία θάνατο. Υπήρξε κυνηγημένη, επειδή ήταν γυναίκα δυνατή. Ούσα τρομοκρατημένη η ίδια σκλήρυνε για να αντέξει και να επιβιώσει και βλέποντας το φυσικό της στο πρόσωπο της κόρης της την όπλισε με τα ίδια υλικά. Χωρίς χάδι ο άνθρωπος όμως δεν βρίσκει ησυχία στην υπαρξιακή του αγωνία, ούτε καταφύγιο”.

Ποιος ήταν ο στόχος σου στην ταινία; “Να πυροδοτώ στις μικρές μου εμφανίσεις τον ψυχισμό της Χαδούλας Φόνισσας και να είμαι η αντιδραστική φωνή της συνείδησής της”.

Άραγε υπάρχουν κάποια τραύματα που τα θεωρείς “αναγκαία” για τη διαιώνιση του είδους μας; “Κανένα ψυχικό τραύμα δεν θεωρώ απαραίτητο για την διαιώνιση του είδους”.

Δεν είναι η πρώτη φορά που…. ζωντανεύεις μια μάνα. Θυμάμαι την Ελένη από τη “Λέξη που δε λες” με τον αυτιστικό γιο, την Μαρίνα από τον “Σασμό” που χάνει το παιδί της εξαιτίας μιας βεντέτας και τώρα την Δελχαρώ. Έχουν όλες αυτές κάποιο κοινό στοιχείο; Ένιωσες κάποια περισσότερο κοντά σου;

“Δεν νομίζω πως μοιάζουν σε κάτι. Η πιο κοντινή μου είναι η Ελένη στη «Λέξη που δε λες». Σύγχρονη ματιά, ελεύθερη βούληση, λιγότερο στερεοτυπική, λιγότερο καταπιεσμένη από το περιβάλλον και την εποχή της”.

Στα γυρίσματα της σειράς “Η λέξη που δε λες”

Μένουμε στην τηλεόραση και θέλω τη γνώμη σου για τις άπειρες δραματικές σειρές, κυρίως εποχής και την έλλειψη κωμωδιών. Γιατί συμβαίνει αυτό; Μήπως τελικά με όλα αυτά που γίνονται καθημερινά γύρω μας και εξαιτίας του ότι “η τέχνη εμπνέεται από τη ζωή”, είναι αυτή η τηλεόραση που μας “αξίζει” και μας ταιριάζει; 

“Συμβαίνει γιατί, όταν πιάνει η συνταγή μια δυο φορές, φτάνουμε στα άκρα έως να εξαντληθεί η ζήτηση. Έτσι γίνεται στις ανταγωνιστικές αγορές, αφού πρόκειται για το κυνήγι της τηλεθέασης. Θεωρείται πως ο καταναλωτής δίνει σήμα προτίμησης σε αυτόν που παράγει. Δε νομίζω πως στόχος είναι τόσο να γίνουν αντιληπτές οι πραγματικές ανάγκες όσο να ικανοποιηθούν οι τάσεις”.

Στα μάτια των περισσότερων ο ηθοποιός είναι ένα “πολυτελές” επάγγελμα. Στην περίπτωσή σου ο κόσμος σε ανταμείβει με υψηλή τηλεθέαση στον “Σασμό όπου σε θεωρεί δικό του άνθρωπο και σου δείχνει την αγάπη του παντού και στο θέατρο, πληρώνοντας ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό για το εισιτήριο. Είναι αυτή η αποδοχή κίνητρο για να συνεχίζεις;

“Αυτή η δουλειά δεν έχει πολυτέλεια. Είναι ασταθής, αβέβαιη και κακοπληρωμένη ως επί το πλείστον. Οι ταπεινώσεις είναι συχνές. Η τέχνη του θεάτρου, όμως, σε βάζει σε έναν τρόπο λειτουργίας και ύπαρξης όπου όλα αυτά δεν έχουν σημασία. Για τους θεατές έχει γίνει είδος πολυτελείας και αυτό είναι λυπηρό. Η εκτίμηση των θεατών μου δίνει χαρά, αφού σε αυτούς απευθύνομαι. Θα έκανα ό,τι κάνω και ό,τι με ενδιαφέρει έτσι κι αλλιώς, πέραν μιας ευρείας αποδοχής”. 

Υπάρχει κάποιος λόγος που θα παρατούσες τα πάντα και θα έκανες κάτι διαφορετικό;

“Υπάρχουν πρόσωπα στη ζωή μου που δεν θέλω και δε γίνεται να εγκαταλείψω. Με πράγματα δεν δένομαι. Η δουλειά μου μου αρέσει, αγαπώ το θέατρο, αλλά εάν χρειαζόταν, ναι, θα έψαχνα άλλους δρόμους”.

Με τις δύσκολες συνθήκες που επικρατούν πια τι είναι για σένα “μια καλή ποιότητά ζωής”; Ποια είναι δηλαδή όλα αυτά που χρειάζεσαι για να κάνεις την κάθε ημέρα σου να αξίζει;

“Η ποιότητα ζωής προϋποθέτει χρόνο και χρήμα, σταθερότητα. Ποτέ δεν υπάρχουν όλα αυτά μαζί. Η καθημερινότητά μου είναι κουραστική, άλλοτε μηχανική, άλλοτε εμπνευστική, άλλοτε χαοτική. Ένα κυνήγι, ένα τρέξιμο, χωρίς ξεκούραση, χωρίς επαρκή ανάπαυλα. Όταν την βρίσκω όμως είναι ωραία. Είμαι τυχερή γενικά. Δεν έχω παράπονο. Γνωρίζω πως τίποτα δεν είναι μόνιμο, ούτε το καλό, ούτε το κακό”. 

Ναι, είναι σαν να τρέχουν όλα και να αλλάζουν με κινηματογραφικά ταχύτητα, λες και πρωταγωνιστούμε σε ένα blockbuster του Χόλιγουντ. Παρόλα αυτά έχεις κάποιες δικές  σου σταθερές;

“Είναι αλήθεια πως υπάρχει μια τρομερή πύκνωση του χρόνου και των φαινομένων. Εμείς παρακολουθούμε τα γεγονότα και τις αλλαγές μουδιασμένοι. Κι εγώ βλέπω, σκέφτομαι και προσαρμόζομαι όσο μπορώ, με αγωνία μεν, αλλά είμαι σταθερή στις προσωπικές μου αρχές και προτεραιότητες και αξίες. Είμαι ίδια, λυγίζω αλλά δεν μετακομίζω, δεν σπάω”. 

Ρίχνοντας μια ματιά γύρω σου, τι είναι αυτό που σε εξοργίζει και τι είναι αυτό που σε καθησυχάζει και σε γεμίζει ελπίδα;

“Μοιάζουμε με μηχανάκια που βιάζονται συνέχεια, απαθή και τρομαγμένα. Η απογοήτευση και η γκρίνια μας κάνουν παθητικούς και αδιάφορους. Με ησυχάζει να βλέπω την ευγένεια και την ευαισθησία κάποιων νέων, παιδιών που αντιστέκονται στο ρεύμα της κοινοτοπίας, της φθήνιας και έχουν όραμα. Τα θαυμάζω”.

Αγάπας την Ελλάδα ή πιστεύεις ότι είναι ιδανικός προορισμός μόνο για τουρίστες; Αν δεν ζούσες εδώ που θα ήθελες να ζεις;

“Την αγαπώ την Ελλάδα, αγαπώ το φως, τη γλώσσα της, αλλά τη χάνουμε μέρα τη μέρα. Υπάρχουν όμορφες χώρες, αλλά δεν μπορώ να σκεφτώ ποιά θα μπορούσε να γίνει σπίτι μου”.

Μου δίνεις την εντύπωση μιας μοναχικής γυναίκας, ίσως επειδή δεν έχεις κάνει ποτέ σημαία την προσωπική σου ζωή. Στα επαγγελματικά σου προτιμάς ένα ασφαλές περιβάλλον -συντελεστές, συνθήκες. Από την συμμετέχεις σε μια καθημερινή σειρά και έγινες πιο ενεργή στα social media. Πάτησες pause από την… εσωστρέφειά σου, όλα αυτά αποτελούν μέρος μιας κοσμοθεωρίας ή είσαι υπέρ του “όλα στη ζωή είναι στιγμές;”

“Στα επαγγελματικά μου είμαι «νομάς». Οι αλλαγές είναι κοπιαστικές αλλά και ωραίες. Η σταθερότητα από την άλλη, είναι συχνά πιο πρόσφορη για πειραματισμό, διότι οι σχέσεις είναι δοκιμασμένες και παρέχουν ασφάλεια. Τα μέσα δικτύωσης τα χρησιμοποιώ ελάχιστα, για να πω ένα «γεια» ή για να μοιραστώ κάτι που βρίσκω ενδιαφέρον προς σκέψη. Την ιδιωτική μου ζωή θα την μοιραζόμουν μόνο εάν έκρινα πως υπάρχει σοβαρός λόγος”.

Και επειδή πάντα μου αρέσει να ανακαλύπτω πράγματα και να τα συστήνω στους αναγνώστες μας, υπάρχει κάτι που διάβασες τελευταία ή άκουσες και θες να το μοιραστείς μαζί μου;

“Άκουσα ένα τραγούδι που με συγκίνησε βαθιά. «Ο Μέγας Ράφτης» των Δημήτρη Σαμόλη -Παύλου Παυλίδη. Είναι υπέροχο”.

Εκτός όμως από τον κινηματογράφο και την τηλεόραση ετοιμάζεσαι για το θεατρικό σανίδι. “Τον Ιανουάριο, στο Υπόγειο του «Θεάτρου Τέχνης- Κάρολος Κουν» θα ανεβάσουμε το έργο του Λόρκα «Το Σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα», το οποίο με συνεπαίρνει ήδη στις αρχικές του πρόβες”.

Μαρία μου, σε ευχαριστώ για την κουβέντα μας. Μετράω αντίστροφα -όπως και όλοι- μέχρι τη στιγμή που θα μας χαρίσεις απλόχερα μια ακόμα συγκλονιστική σου ερμηνεία.

Το συγκεκριμένο  έργο του κορυφαίου Ισπανού ποιητή και θεατρικού συγγραφέα του 20υ αιώνα, ο οποίος δύσκολα δεχόταν τη δημοσίευση των έργων του και προτιμούσε να τα κάνει γνωστά στους λογοτεχνικούς κύκλους διαβάζοντάς τα ή απαγγέλοντάς τα σαν μεσαιωνικός τροβαδούρος, έχοντας δηλώσει: «Η ποίηση δημιουργείται για ν’ απαγγέλλεται. Σε ένα βιβλίο είναι νεκρή», είναι πάντα επίκαιρο και σημείο αναφοράς (Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση στο www.theatro-technis.gr).

Το who is who της ταίνιας: Η “Φόνισσα”είναι σε σκηνοθεσία της Εύας Νάθενα, σενάριο της Κατερίνας Μπέη και τους ηθοποιούς: Όλγα Δαμάνη, Στάθη Σταμουλακάτο, Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, Έλενα Τοπαλίδου, Πηνελόπη Τσιλίκα, Γεωργιάννα Νταλάρα, Χρήστο Στέργιογλου, Δημήτρη Ήμελλος, Χριστίνα Μαξούρη, Αγορίτσα Οικονόμου, Μιχάλη Οικονόμου, Βερόνικα Δαβάκη, Νίκη Παπανδρέου, Μάνια Παπαδημητρίου, Μαρία Σκουλά, Γιάννης Τσορτέκη και Γαλήνη Χατζηπασχάλη.

Θα προβάλλεται πό τις 30 Νοεμβρίου στους κινηματογράφους από την Τanweer.

Και εννοείται πως θα είμαστε όλοι εκεί.

Φωτογραφίες από την ταινία: Μαριλένα Αναστασιάδου

Μια ματιά ακόμα:

“Φόνισσα”: Η ταινία που όλοι περιμένουμε και το συγκλονιστικό make over της Καρυοφυλλιάς Καραμπέτη