Celebrity News
Βασίλης Ζούλιας: «Έκλεψα ρούχα, με έπιασαν και από την ντροπή έκοψα τις φλέβες μου»
Ο Βασίλης Ζούλιας άνοιξε την καρδιά του στη Ρέα Βιτάλη και την εκπομπή «Κεραία», όπου -μεταξύ άλλων- αναφέρθηκε στην εξάρτησή του στα ναρκωτικά, στο πρώτο του μεθύσι στην ηλικία των 8, στις απόπειρες αυτοκτονίας και στη ζωή του σήμερα μετά την απεξάρτηση.
«Το πρώτο μου μεθύσι το είχα 8-9 χρονών και πέρασα τόσο άσχημα τότε και είπα δεν θα ξαναπιώ. Ήμουν ένα παιδί που είχε θέματα, είχε πόνο μέσα του. Και μάλιστα, μία από τις πιο όμορφες στιγμές με την μητέρα μου τώρα τελευταία είναι όταν μου είπε πώς δεν μπόρεσε να είναι πραγματικά κοντά μου όταν ήμουν μικρός.
Υπήρχε μία έλλειψη μέσα μου και ένας πόνος. Όταν πήρα τα πρώτα χάπια αισθάνθηκα ότι καταλαγιάζει λίγο ο πόνος μέσα μου. Και είπα αυτό ήταν, θα παίρνω αυτό και θα νιώθω καλύτερα. Και έτσι ξεκίνησαν όλα τα υπόλοιπα μετά. Έκλεψα ρούχα, με έπιασαν και από την ντροπή και μαζί με τον υπόλοιπο ψυχισμό, πήγα στο Market και έκοψα τις φλέβες μου. Και είδαν το αίμα κάτω από τις πόρτες και με πήγαν στο νοσοκομείο», εξομολογήθηκε ο γνωστός σχεδιαστής μόδας.
Στη συνέχεια, ο Βασίλης Ζούλιας αναφέρθηκε στο πως κατάφερε να μπει σε πρόγραμμα απεξάρτησης.
«Έχει συμβεί να πάω στο Κολωνάκι να υπογράψω και αντί για στυλό έβγαζα την σύριγγα. Το καλοκαίρι του 1987 στο Κολωνάκι, κάθισα στο κρεβάτι μου και της είπα να μου κάνει ένεση. Δεν θα ξεχάσω ποτέ την ανακούφιση που είχα νιώσει. Είχα ανέβει λίγες μέρες πριν σε ταράτσα και ήθελα να πέσω. Όταν μπήκα στο πρόγραμμα απεξάρτησης και με κάλεσε η σπόνσοράς μου να της πω το πρώτο μου βήμα, έμενε σε εκείνο το σπίτι. Με τη φίλη μου είχαμε ακούσει ότι υπήρχε πρέζα κρυμμένη και είχα πάει με φτυάρια με τη φίλη μου να το βγάλουμε.
Η μητέρα μου ήταν στεναχωρημένη με εμένα, της έδινα μόνο πίκρες. Σαν να ήθελα να την εκδικηθώ κάπως με την χρήση μου. Είχα πάει μία φορά στο σπίτι και της είπα ότι θέλω να τα κόψω και στο δωμάτιο χτυπιόμουν στο κρεβάτι, είχα σπάσει μία γυάλα με χρυσόψαρα. Ξεκίνησαν σιγά σιγά οι συλλήψεις. Μία μέρα είχα φωτογράφηση και είπα ότι πάω να πάρω ένα ρούχο από την πλατεία. Το είχα στο στόμα και το έβαλα στην τσέπη και έρχονται δύο και μου βάζουν χειροπέδες. Η Βουγιουκλάκη μου έστειλε καλό δικηγόρο τότε για να με γλιτώσει», είπε στην εκπομπή της ΕΡΤ.
Στη συνέχεια συμπλήρωσε ότι «δεν έμπαινε η τελεία. Αυτό το πιάσιμο ήταν πολύ τραυματικό γιατί βρέθηκα στην ασφάλεια με χειροπέδες, σε ένα δωμάτιο με ανθρώπους που δεν ήξερα και αναρωτιόμουν τι κάνω εκεί. Την δεύτερη φορά που με έπιασαν, περίμενα 4 μέρες μαρτυρικές για να βγω. Είπα στη μητέρα μου να μου φέρει συγκεκριμένα ρούχα και εμφανίστηκα στο δικαστήριο σαν τον Αλ Καπόνε. Δεν ήθελα ούτε να πάω φυλακή αλλά ούτε να γυρίσω στη ζωή που είχα έξω, δηλαδή στην χρήση. Ο αστυνομικός για να χαιρετήσω τη μητέρα μου, μου έβγαλε τις χειροπέδες και αμέσως πήδηξα στο κενό και για καλή μου τύχη ήταν ένας γιατρός και μου έσωσε τη ζωή. Πρώτη κουβέντα ήταν “γ@@μωτο ζω” και η δεύτερη κουβέντα ήταν στη μητέρα μου “το παλτό το μάζεψες;”».
Όσο για το πως ξέφυγε από αυτόν τον γολγοθά που ζούσε, αποκάλυψε: «Η τελεία ήρθε αργότερα. Κάθε φορά που έπινα μετά από αυτό, ένιωθα μεγάλη απογοήτευση. Η τελεία έγινε το βράδυ που η φίλη μου με πήρε από το χέρι και με πήγε σε κάποιες ομάδες απεξάρτησης. Είμαι 15 μέρες με μεθαδόνη και 28η του 1992 είπα το μεγάλο “όχι”. Τότε είχα βγει από ένα κλαμπ χωρίς να πιω και η Ακαδημία μου φαινόταν σαν Παρίσι. Δεν σταμάτησα ποτέ να πηγαίνω σε αυτό το πρόγραμμα. Έχω μία εθισμένη προσωπικότητα. Είμαι ο Βασίλης και είμαι ναρκομανής».
Διαβάστε ακόμα:
Σοφία Αλιμπέρτη: «Μεγαλώνω και φοβάμαι να είμαι μόνη»